«Από τόσο ισχυρές δυνάμεις ή πλάσματα, πιθανώς να υπάρχει κάτι που επιβίωσε… κάτι που επιβίωσε από μια τρομερά μακρινή εποχή όταν… η συνείδηση εκδηλώθηκε, ίσως, σε σχήματα και μορφές από καιρό αποτραβηγμένες μπροστά στην παλίρροια της προόδου της ανθρωπότητας… μορφές που μόνο η ποίηση και ο θρύλος έχουν συλλάβει μια φευγαλέα ανάμνησή τους, και τις αποκάλεσαν θεούς, τέρατα, μυθικά πλάσματα κάθε λογής και είδους…» (Βρέθηκε ανάμεσα στα χαρτιά του μακαρίτη Φράνσις Γουέιλαντ Θάρστον, από τη Βοστόνη)
Το όνομά μου είναι Κβοθ.
Έχω κλέψει πριγκίπισσες από στοιχειωμένους βασιλιάδες. Έκαψα συθέμελα την πόλη του Τρέμπον. Βάδισα στο φεγγαρόφωτο σε μονοπάτια που άλλοι φοβούνται ακόμα και να τα αναφέρουν κατά τη διάρκεια της μέρας. Έχω μιλήσει με θεούς, έχω αγαπήσει γυναίκες κι έχω γράψει τραγούδια που κάνουν τους τροβαδούρους να δακρύζουν.
Ίσως με έχετε ακουστά...
Οι δράκοι έχουν εξαφανιστεί από τον Δισκόκοσμο εδώ και χιλιάδες χρόνια. Τώρα πια απομένουν μόνο οι βαλτόδρακοι, αξιολύπητα πλασματάκια με τόσα πεπτικά προβλήματα στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν καύσιμα για τη φλόγα τους, που το γεγονός ότι μπορούν και περπατάνε χωρίς να εκραγούν είναι θαύμα...
Σε έναν τόπο διχασμένο από τους πολέμους, τυχοδιώκτες από τις φυλές των ανθρώπων και των ξωτικών αναγκάζονται να συμμαχήσουν με τις δυνάμεις της Αυτοκρατορίας για να αποκρούσουν τις δυνάμεις του Χάους.
Αίγυπτος 1923. Ο δεκαπεντάχρονος Άλεκ Ντέβλιν βρίσκεται στο δρόμο προς την Κοιλάδα των Βασιλέων για να περάσει τις καλοκαιρινές του διακοπές στην αρχαιολογική ανασκαφή του Θείου Γουίλ. Δεν είναι πρώτη φορά που θα ακολουθήσει το θείο του σε μια ανασκαφή, όμως φέτος τα πράγματα είναι διαφορετικά...
Μια παράξενη στρατιά απέθαντων απλώνεται στον πολύπαθο κόσμο, και ασυνήθιστοι ήρωες - ένας πεισματάρης μοναχός κι ένα κέντερ που επικοινωνεί με τα πνεύματα των νεκρών - ενώνουν τις δυνάμεις τους για να χτυπήσουν το ανερχόμενο κακό στη ρίζα του.